- Άρτα
- Πόλη (υψόμ. 30 μ., 19.435 κάτ.) της Ηπείρου, πρωτεύουσα του νομού Άρτης (βλ. λ.) και έδρα του ομώνυμου δήμου (βλ. λ. Αρταίων, δήμος). Η πόλη είναι χτισμένη στην αριστερή όχθη του κάτω ρου του ποταμού Αράχθου, στην προσχωσιγενή πεδιάδα της Ά. ή Αμβρακίας, στα Β του ομώνυμου κόλπου. Η Ά. είναι κέντρο εμπορίου αγροτικών προϊόντων· έχει εργοστάσια χυμών, ρυζόμυλους και μικρά υφαντουργεία, καθώς και ανεπτυγμένη βιοτεχνία. Από την Ά. περνά o αυτοκινητόδρομος Αντιρρίου-Ηγουμενίτσας.
Ιστορία και μνημεία. Η Ά. είναι χτισμένη στη θέση της αρχαίας Αμβρακίας (κατά μία άλλη άποψη στη θέση της Αργιθέας ή του Αμφιλοχικού Άργους). Η σημερινή της ονομασία, άλλοι (Μελέτιος o Γεωγράφος, Γ.Ν. Χατζηδάκις, Μ. Φιλήντας) θεωρούν ότι προέρχεται από παραφθορά της λέξης Άραχθος, ενώ άλλοι (Π. Αραβαντινός) ότι οφείλεται στην αφθονία των σιτηρών της περιοχής, ενώ κατά μία νεότερη άποψη (Γ. Τσούτσινος) η λέξη Ά. είναι τύπος του λατινικού επιθέτου artus και σημαίνει στενή ή στενά. Αξίζει να σημειωθεί πως με την ίδια ονομασία υπάρχουν δύο νησιά στις δαλματικές ακτές, μία κωμόπολη στην Αλβανία, μία πόλη στο ισπανικό νησί Μαγιόρκα και μία πόλη στο Ούντινε της Ιταλίας. Την ονομασία Ά. αναφέρει για πρώτη φορά (1081) η Άννα Κομνηνή, ενώ έως τον 17ο αι. η πόλη ονομαζόταν και Ακαρνανία (Χρονικό μοναχού Πρόκλου). Είναι πιθανό στη θέση της σημερινής πόλης, μετά την καταστροφή της Αμβρακίας, να υπήρχε μικρός οικισμός, στον οποίο εγκαταστάθηκαν και οι κάτοικοι της Νικόπολης μετά την κατάληψη της πόλης τους από τους Γότθους (552 μ.Χ.). Η Ά. γνώρισε όμως μεγάλη ακμή την περίοδο που έγινε πρωτεύουσα του δεσποτάτου της Ηπείρου (1229) όταν ήταν δεσπότης ο Μιχαήλ B’. Στην περίοδο αυτή ανθούν στην Ά. και οι τέχνες, όπως δείχνουν οι σωζόμενες βυζαντινές εκκλησίες της πόλης (Παρηγορήτισσα, Βλαχέρνες, Άγιος Βασίλειος) και των περιχώρων της (Άγιος Δημήτριος στο Θεοτοκιό). Toν 13o αι. η πόλη αναφέρεται και ως έδρα μητροπολίτη. Αξιόλογα επίσης κτίσματα της βυζαντινής περιόδου είναι το κάστρο, καθώς και το ονομαστό γεφύρι της πόλης στον ποταμό Άραχθο.
Το 1346 κατέλαβαν την πόλη οι Σέρβοι και από τότε άλλαξε πολλούς κυρίους ώσπου περιήλθε στην κυριαρχία του δούκα της Λευκάδας Καρόλου Β’ Τόκου, που την κράτησε έως την κατάληψή της από τους Τούρκους (1449). Το 1688 την απέσπασαν από τους Τούρκους οι Ενετοί και την κράτησαν έως την εποχή που έχασαν και την Πελοπόννησο (1715). Στα χρόνια της τουρκοκρατίας την Ά. κυβερνούσε βοεβόδας που εξαρτιόταν απευθείας από το αυτοκρατορικό διβάνιο· την περίοδο αυτή η πόλη άκμασε χάρη στο εμπόριο και ο πληθυσμός της αυξήθηκε. Όμως το 1796 o Αλή πασάς κατόρθωσε με απάτη να συμπεριλάβει στο κράτος του και την Ά. και να την κρατήσει έως το 1821. Η Ά. ήταν από τις πρώτες πόλεις που ξεσηκώθηκαν εναντίον των Τούρκων. Από την Ά. άρχισε τη δράση του και ο μεγάλος αγωνιστής Μακρυγιάννης. Το φθινόπωρο του 1821, και ενώ τα τουρκικά στρατεύματα ήταν απασχολημένα με την εξόντωση του Αλή πασά, την Ά. κατέλαβαν οι δυνάμεις του Μάρκου Μπότσαρη, o οποίος όμως αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη για να σπεύσει στο Σούλι που κινδύνευε από τα στρατεύματα του σουλτάνου· οι Έλληνες εξακολουθούσαν να κατέχουν την κωμόπολη Πέτα στα Α της Ά. έως το 1822 (4 Ιουλίου), οπότε έπειτα από σκληρή μάχη σκοτώθηκαν μαζί με τους πολλούς φιλέλληνες συμπολεμιστές τους. Από τότε η περιοχή της Ά. έμεινε υπό τον τουρκικό ζυγό έως το 1880, οπότε προσαρτήθηκε στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις αποφάσεις του συνεδρίου του Βερολίνου.
Μνημείο του θεολόγου και λόγιου Μάξιμου του Γραικού (Μιχαήλ Τριβώλη) που γεννήθηκε στην Άρτα το 1475.
Dictionary of Greek. 2013.